Ομιλία της Λούκας Τ. Κατσέλη στην παρουσίαση του βιβλίου των Αντώνη Κοτσακά και Χάρη Τσιόκα «Ιστόρηση 50 Χρόνων: από τα κέντρα λήψης αποφάσεων ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ», Εκδ. Λιβάνη 2024

Αθήνα, ΕΣΗΕΑ, Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

 

Αγαπητοί φίλοι και φίλες, συνοδοιπόροι στα εύκολα και στα δύσκολα,

Η ιστορία γράφεται πολύ συχνά απο τους νικητές ή στην καλύτερη περίπτωση από ανίδεους. Γι αυτό είναι πολύ σημαντικό να καταγράφονται εμπειρίες και βιώματα ανθρώπων που συμμετείχαν στα πράγματα και καταθέτουν τις μαρτυρίες τους,φυσικά όπως προσέλαβε και ερμήνευσε ο καθένας τα γεγονότα. Γιατί η αλήθεια δεν είναι ποτέ μονοσήμαντη. Η πρόσληψή της εξαρτάται απο τα γυαλιά που φοράμε σε διάφορες φάσεις της ζωής μας, ιδιαίτερα όταν ανατρέχουμε πίσω και προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε γεγονότα και συμπεριφορές του χθές με την εμπειρία και τη ματιά του σήμερα.

Γι’ αυτό, το βιβλίο που κρατάμε στα χέρια μας, των φίλων και συναγωνιστών Αντώνη Κοτσακά και Χάρη Τσιόκα, είναι πολύτιμο. Και οι δύο υπήρξαν απο τα πιο ενεργά μέλη του ΠΑΣΟΚ, αναλαμβάνοντας σημαντικές θέσεις ευθύνης και καθοδήγησης κυρίως σε κομματικό και οργανωτικό επίπεδο σε δύσκολα χρόνια. Εξελέγησαν κατόπιν και οι δύο βουλευτές -ο μέν Αντώνης βουλευτής Χίου την περίοδο 1989-2000 και ο Χάρης, βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης, την περίοδο 1996-2012. Και οι δύο συμμετείχαν σε κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, ο μέν Αντώνης το 1993-4 στην Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδέου ως υφυπουργός Εργασίας και την περίοδο 1994-96 ως Υπουργός Αιγαίου και ο Χάρης το 1993 ως ΓΓ του Υπουργείου Εσωτερικών και το 2009 ως ΓΓ στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών. Εχοντας διατυπώσει έντονες διαφωνίες για την μετάλλαξη της πολιτικής φυσιογνωμίας και των πολιτικών επιλογών του ΠΑΣΟΚ την περίοδο μετά το 2010, εντάχθηκαν και οι δύο στον ΣΥΡΙΖΑ, ο μεν Αντώνης το 2011 και ο Χάρης, μέσω της Προοδευτικής Συμμαχίας το 2019. Με σημαντική συμβολή στην οργανωτική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, βίωσαν απο πρώτο χέρι τις δυσκολίες συγκρότησης ενός κόμματος που, ενώ ήταν στην Κυβέρνηση και κάτω απο μνημονιακές πολιτικές, προσπαθούσε να ενοποιήσει πολιτικά και οργανωτικά 13 συνιστώσες και ταυτόχρονα να διευρυνθεί με πασοκογενείς δυνάμεις, η προσέλκυση των οποίων συναντούσε σφοδρές αντιδράσεις απο τα παραδοσιακά κομματικά στελέχη.

Στην διαχρονική αυτή πολιτική και κομματική διαδρομή, δεν κάναμε πάντα την ίδια διάγνωση και εκτίμηση των προκλήσεων και των κινδύνων ή τις ίδιες κομματικές και πολιτικές επιλογές. Για παράδειγμα, πιστεύω ότι η ιστορία της Ελλάδος θα ήταν διαφορετική και θα είχαμε αποφύγει τη χρεοκoπία και τον κατακερματισμό του προοδευτικού μετώπου, αν το 1996 είχε επέλθει συμφωνία μεταξύ Αρσένη και Τσοχατζόπουλου για την εκλογή του πρώτου ως Πρωθυπουργού απο τη Βουλή και την εκλογή του δεύτερου ως Προέδρου του Kόμματος μετά την αποχώρηση του Ανδρέα.

Με βάση τις εμπειρίες και τα λάθη του χθες, αλλά με τα μάτια στραμμένα στο αύριο, συμφωνώ απόλυτα με τους συγγραφείς, ότι προτεραιότητα σήμερα αποτελεί η συγκρότηση ενός κοινωνικού, προοδευτικού μετώπου στη βάση ενος συμφωνημένου προγραμματικού πλαισίου, με στόχο την εκλογική συμπόρευση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θέλουν να συμμετέχουν στην υλοποίηση ενός σύγχρονου, ριζοσπαστικού και προοδευτικού προγράμματος διεξόδου από την οικονομική, πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική δυστοπία που βιώνουμε.

Έχουμε όλοι ευθύνη απέναντι στη γενιά μας και απέναντι στα παιδιά και τα εγγόνια μας. Πρέπει επομένως να αναληφθούν άμεσα πρωτοβουλίες για προγραμματικές συγκλίσεις, εξειδίκευση θέσεων και δημιουργία αντίστοιχων προγραμματικών και οργανωτικών δικτύων. Είναι στο χέρι των κομμάτων και των συλλογικοτήτων που δραστηριοποιούνται στον προοδευτικό χώρο να συμμετέχουν σ’ αυτή την προσπάθεια ή όχι…

Τα συμπεράσματα επομένως που οι συγγραφείς εξάγουν απο την πολύχρονη  ιστόρηση γεγονότων 50 χρόνων και την πλούσια εμπειρία τους δεν έχουν μόνο ιστορική αξία αλλά αποτελούν τροφή για περαιτέρω προγραμματική επεξεργασία, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος και να προταθούν λύσεις που είναι επιθυμητές και εφαρμόσιμες.

Β.Τι συνεισφέρει το βιβλίο

Η συνεισφορά του βιβλίου είναι διττή.

πρώτον μια εκ των έσω σύντομη, περιεκτική και διαφωτιστική αναδρομή πολιτικών γεγονότων και κυρίως κομματικών διεργασιών που έλαβαν χώρα τα τελευταία 50 χρόνια, αρκετές  εκ των οποίων είναι σχετικά άγνωστες στο ευρύτερο κοινό…

Η αναδρομή επιχειρείται:

– με μια πολλή χρήσιμη καταγραφή των κυριότερων αποφάσεων των Κεντρικών Επιτροπών που διαμόρφωσαν το ιδεολογικό στίγμα του ΠΑΣΟΚ, την οργάνωση και ανάπτυξη του, την κομματική λειτουργία του.

– με την αποτύπωση του  πολιτικού στίγματος και των αποτελεσμάτων κάθε Συνεδρίου σε σχέση με την πολιτική συγκυρία του έτους διεξαγωγής του. Σημαντικό γεγονός πχ για τις μελλοντικές εξελίξεις σ’ όλα τα κόμματα υπήρξε η απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να ζητήσει την εκλογή του ως Προέδρου από τη βάση, με αποτέλεσμα τη σύγκλιση έκτακτου Συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ στις 8/2/2004 και αντίστοιχη  τροποποίηση του Καταστατικού του κόμματος.

Άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι ότι ήδη απο το 8ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ (14/3/2008) πχ, ο ΓΑΠ έθεσε ως στόχο μεν την αυτοδυναμία, υπογράμμισε ωστόσο «την ανάγκη συνεννόησης και σύγκλισης ώστε να συγκροτηθεί μια νέα κυβέρνηση πλειοψηφίας όπου θα συναντηθούν οι δυνάμεις της κοινωνίας και της πολιτικής που βρίσκονται πέρα από τον νεοφιλελευθερισμό» (σελ. 100) Ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπήθηκε τότε στο Συνέδριο απο τον Α Τσίπρα.

– με την ανάδειξη των αντιθέσεων και ανταγωνιστικών σχέσεων που υπόβοσκαν μεταξύ των κομματικών στελεχών πριν ακόμα απο την ανάληψη της εξουσίας αλλά εντάθηκαν κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής θητείας, ιδιαίτερα δε όταν ετέθη θέμα διαδοχής της ηγεσίας.

– με την παράθεση γεγονότων που φωτίζουν την επίδραση της κομματικής λειτουργίας και του βαθμού συνοχής του κόμματος στα πολιτικά δρώμενα αλλά και την αλληλοεπίδραση κομματικής λειτουργίας και κυβερνητικής πολιτικής.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η διένεξη μεταξύ ΓΑΠ και Σημίτη σχετικά με την διαδικασία επικύρωσης της Συνθήκης της Λισσαβόνας με δημοψήφισμα ή μέσω ψηφοφορίας στη Βουλή (σελ. 101) που οδήγησε μεταξύ άλλων  τον αποκλεισμό του τελευταίου απο τα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές τις 4/10/2009.

Η δεύτερη μεγάλη συμβολή του βιβλίου στον πολιτικό διάλογο είναι η ανάδειξη του καθοριστικού ρόλου που διαδραματίζει η συγκρότηση και λειτουργία του κομματικού μηχανισμού στην διαμόρφωση και υλοποίηση πολιτικών, στην διαφάνεια και αποτελεσματικότητα κυβερνητικών μέτρων, στην εκλογική συμπεριφορά, και εν τέλει στις πολιτικές εξελίξεις.

Η κατάθεση εμπειριών και απόψεών των συγγραφέων ως προς τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας των κομματικών μηχανισμών, την αναμενόμενη αλλά συχνά προβληματική αλληλοεπίδραση Κόμματος – Κυβέρνησης, την σταδιακή μετεξέλιξη της σχέσης  και την ανάδειξη των παθογενειών που αναπτύσσονται διαχρονικά και που αν δεν αντιμετωπισθούν έγκαιρα οδηγούν σε κατάρρευση είναι διαφωτιστική.

Με βάση την πολύτιμη αυτή κατάθεση προκύπτουν ,άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα, τα ακόλουθα συμπεράσματα:

1.Η κάθε ηγεσία καλείται και οφείλει να διαχειριστεί τις υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ στελεχών για να προασπίσει την ενότητα και συνοχή του κόμματος.

Στο ΠΑΣΟΚ ήδη πριν την ανάληψη της εξουσίας το 1981 είχαν παρουσιασθεί οι πρώτες αντιθέσεις και αντιφάσεις. Αντιθέσεις μεταξύ κομματικών στελεχών που οδήγησαν τον Ανδρέα τελικά στη διαγραφή της Δημοκρατικής Άμυνας αλλά και μεταξύ κομματικών στελεχών και των ονομαζόμενων «αλεξιπτωτιστών», δηλαδή όλων όσοι από μας, προερχόμενοι κυρίως από το εξωτερικό, προετοιμάσαμε το Πρόγραμμα 100 ημερών και αναλάβαμε θέσεις ευθύνης στην Κυβέρνηση της πρώτης τετραετίας, χωρίς να έχουμε υπηρετήσει στο κόμμα.

Η απεργία των 40 ημερών πχ. από συνδικαλιστικά στελέχη στον τραπεζικό τομέα, λίγους μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ ,δεν μπορεί να εξηγηθεί, αν δεν κατανοηθεί ότι επρόκειτο, μεταξύ άλλων, περί μιας επίδειξης δύναμης κομματικών στελεχών έναντι των τεχνοκρατών που είχαν επιλεγεί ως διοικητές των Τραπεζών και προσπάθειας επιβολής προειλημμένων κομματικών αποφάσεων. Η Κυβέρνηση με εντολή του Ανδρέα αναγκάστηκε τότε να υποχωρήσει.

Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι η ανάληψη του Υπουργείου Συντονισμού από τον Γεράσιμο Αρσένη στον ανασχηματισμό του Ιουλίου του 1982 κατέστη πολιτικά εφικτή όχι τόσο λόγω των γνώσεων και των εμπειριών του ως οικονομολόγου αλλά διότι έγινε αποδεκτή από τα ηγετικά κομματικά στελέχη της εποχής που δεν ήθελαν τη θέση αυτή να την αναλάβει ο Γιώργος Γεννηματάς… Θεωρούσαν τον Αρσένη «τεχνοκράτη» και πολιτικά ακίνδυνο… Κομματικοί ανταγωνισμοί οδήγησαν και στην διαγραφή του ίδιου και πολλών συνδικαλιστικών στελεχών απο το ΠΑΣΟΚ το 1986.

2.Η κομματική συγκρότηση, ο βαθμός συνοχης του κόμματος και ο βαθμός κομματικής ισχύος συγκεκριμένων  τάσεων /συνιστωσών εντός κάθε κόμματος παίζουν καθοριστικό ρόλο στον ιδεολογικό προσανατολισμό του, στην πολιτικη λειτουργία και στην λήψη και υλοποίηση κρίσιμων μέτρων πολιτικης απο την Κυβέρνηση

Η συγκρότηση πχ.του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα συνεργασίας 13 συνιστωσών διαμόρφωσε, σύμφωνα με τους συγγραφείς (σελ. 131) μια συγκεκριμένη πολιτική κουλτούρα ρίχνοντας το βάρος στα ελευθεριακά, δικαιωματικά, περιβαλλοντικά και κινηματικά θέματα γύρω απο τα οποία υπήρχε σχετική συναίνεση. Εκτός όμως από την αναδιανεμητική πολιτική, σημαντικά οικονομικά θέματα που αφορούσαν τον ρόλο του ιδιωτικού τομέα, την επιχειρηματικότητα και την αναπτυξιακή πολιτική δεν έτυχαν αντίστοιχης επεξεργασίας καθώς αποτελούσαν πεδίο εσωτερικής κομματικής αντιπαράθεσης.

Το ίδιο, αν και με μικρότερη ένταση, συνέβη στο ΠΑΣΟΚ. Η εγκατάλειψη της βιομηχανικής πολιτικής και του ενεργού και δημοκρατικού προγραμματισμού από το 1985 και μετά, της κοινωνικοποίησης των ΔΕΚΟ, της εποπτείας των αγορών μέσω εποπτικών συμβουλίων αλλά και της διαχείρισης των προβληματικών επιχειρήσεων μέσω ΟΑΕΔ, οφείλεται όχι σε τεκμηριωμένη αρνητική αξιολόγηση συγκεκριμένων κυβερνητικών μέτρων και πολιτικών επιλογών, αλλά κυρίως λόγω επικράτησης της εκσυγχρονιστικής ομάδας μέσα στο κόμμα από το 1985 και μετά.

Η χάραξη και υλοποίηση της εθνικής εξωτερικής πολιτικής έχει αποτελεσει  διαχρονικά, πεδίο ενδο-κομματικών συγκρούσεων και αποτέλεσμα συσχετισμών κομματικής δύναμης αντί απαύγασμα μιας  μακρόχρονης στρατηγικής προάσπισης των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και συμφερόντων της χώρας… Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται στις μέρες μας με την διαγραφή Σαμαρά από τη ΝΔ και την ρήση του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη στο βιβλίο του «Οι συμπληγάδες της εξωτερικής πολιτικής» (Εκδ. Πατάκη, 2006, σελ 71) οπου γράφει «όσο ισχνότερη είναι η συναίνεση εντός του κυβερνώντος κόμματος σχετικά με το ποια θα πρέπει να είναι η ορθή γραμμή εξωτερικής πολιτικής, τόσο ισχυρότεροι οι περιορισμοί που επιβάλλονται στη διαδικασία διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής»…

Ας θυμηθούμε τη δεκαετία του 1990… Έντονες υπήρξαν οι κομματικές διαφοροποιήσεις σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της κρίσης των Ιμίων, όπου για πρώτη φορά έγινε λόγος για γκρίζες ζώνες, όπως και για τη Συμφωνία της Μαδρίτης που υπεγράφη από τον Κ. Σημίτη και τον Τούρκο Πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ τον Ιούλιο 1997. Οι αντιθέσεις αυτές επηρέασαν καθοριστικά τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις καθώς η Συμφωνία αναγνώριζε ένα πολύ γενικό πλαίσιο «ζωτικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων» και των δύο χωρών στο Αιγαίο ,που αφήνει από τότε περιθώρια στην Τουρκία να προβάλλει κατά το δοκούν διάφορες διεκδικήσεις και να προβαίνει σε ανάλογες πράξεις.

Στον ΣΥΡΙΖΑ οι ενδο-κομματικές συγκρούσεις γύρω από την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας υπήρξαν ακόμα  πιο έντονες καθώς, όπως καταθέτουν οι συγγραφείς, ο πατριωτισμός για πολλά στελέχη είχε ταυτισθεί  με τον εθνικισμό. Μόλις πριν τις εκλογές του 2015, ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε για πρώτη φορά για ένα «δημοκρατικό πατριωτικό μέτωπο» (σελ. 131) ενώ η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ με πασοκογενή στελέχη, με τη συγκρότηση της Προοδευτικής Συμμαχίας, ενέτεινε τις διαφοροποιήσεις  γύρω απο τις  προγραμματικές θέσεις που αφορούσαν την εξωτερική πολιτική.

  1. Το αποτέλεσμα εξισορροπήσεων ενδο-κομματικών τάσεων απο την εκάστοτε ηγεσία παράγει αναξιοπιστία και αναποτελεσματικότητα

Όπως αποδείχθηκε περίτρανα και απο την εμπειρία των δύο κομμάτων, η εξισορρόπηση τάσεων και αντιθέσεων μεταξύ κομματικών και κυβερνητικών στελεχών απαιτεί ιδιαίτερους και δύσκολους χειρισμούς από την ηγεσία ενός κόμματος. Η προσπάθεια εξισορρόπησης συχνά καταλήγει είτε  σε υπαναχωρήσεις της Κυβέρνησης με αποτέλεσμα την αναξιοπιστία, είτε σε αδράνεια, με αποτέλεσμα την αναποτελεσματικότητα

Οταν  δεν υπάρχει σαφής οριοθέτηση της  σχέσης Κόμματος -Κυβέρνησης και  δεν έχει διασφαλισθεί με διαφάνεια ο διακριτός ρόλος του κάθε οργάνου, η σχέση γίνεται τοξική. Ο κυβερνητισμός, ο παραγοντισμός και ο συντεχνιασμός, όπου και όταν επικράτησαν, οδήγησαν  σε αποπροσανατολισμό και αποδυνάμωση  τόσο της κομματικής όσο και κυβερνητικής λειτουργίας και απόδοσης. Το κενό που δημιουργείται καλύπτεται γρήγορα απο την ενεργό παρουσία εξωθεσμικών παραγόντων και ιδιωτικών συμφερόντων ,που γρήγορα η αργά προσεταιρίζονται, για ίδιο όφελος, κομματικά ή κυβερνητικά στελέχη, με αποτέλεσμα την περαιτέρω διάρρηξη της συνοχής του κόμματος και την εμφάνιση φαινομένων διαπλοκής και διαφθοράς.

Όπως σωστά παρατηρούν οι συγγραφείς, ο αποπροσανατολισμός και η αποδυνάμωση των κομμάτων αλλά και της πολιτικής εξουσίας ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο μετά το άνοιγμα της τηλεόρασης σε ιδιωτικά μιντιακά συμφέροντα.

  1. Αναγκαία η προσαρμογή προγραμματικών προτεραιοτήτων, δημόσιου λόγου και κομματικής λειτουργίας εν όψει κοινωνικών αλλαγών αλλά οι όποιες αλλαγές και προσαρμογές πρέπει να έχουν τύχει κομματικής επεξεργασίας, σύνθεσης απόψεων και να εσωματώνονται σ’ ενα συνεκτικό αφήγημα με ξεκάθαρο προοδευτικό ιδεολογικό προσανατολισμό, ενα αφήγημα το οποίο μετά απο ευρύτατη κοινωνική διαβούλευση θα γίνει κτήμα της λαϊκής συνείδησης.

Όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς (σελ. 157), τις τελευταίες δεκαετίες και ως απόρροια του εκδημοκρατισμού, της ανόδου του βιοτικού επιπέδου και του καταναλωτισμού, αποτέλεσμα εν μέρει των πολιτικών που ασκήθηκαν απο σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, εντάθηκε η οικονομικη και κοινωνική κινητικότητα με αποτέλεσμα να επικρατήσει ο νεοφιλελευθερισμός, η λογική της αγοράς έναντι της πολιτικής δημοκρατίας, της ισότητας και της προάσπισης των κοινωνικών δικαιωμάτων.

Η κινητικότητα των κοινωνικών δυνάμεων δημιούργησε νέες διαιρετικές δομές και άλλαξε την εκλογική συμπεριφορά με ψηφοφόρους να διαπερνούν χωρίς δισταγμούς κομματικά σύνορα. Συνδικάτα και συλλογικότητες περιόρισαν τον διεκδικητικό τους ρόλο με αποτέλεσμα να απωλέσουν μαζικότητα, αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα. Η ενημέρωση, ανταλλαγή απόψεων και συλλογική δράση που παρέχοντο απο τα κόμματα αποδυναμώθηκαν περαιτέρω με την επικράτηση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Αποτέλεσμα των ανωτέρω εξελίξεων υπήρξε η αφυδάτωση της κομματικής λειτουργίας και η εσωστρέφεια, με επικέντρωση κομματικών στελεχών και ηγεσίας στην επίλυση, αν όχι απλή διαχείριση, προσωπικών αντιθέσεων και ανάληψη οργανωτικών πρωτοβουλιών χωρίς αντιστοίχιση με πιεστικά κοινωνικά αιτήματα. Ο προγραμματικός λόγος ανατέθηκε στην ηγεσία ή σε τεχνοκρατικές ομάδες, ενώ ατόνησε η συνδιαμόρφωση θέσεων εντός των κομμάτων με θεσμοθετημένη διαδικασία αμφίδρομης ενημέρωσης.

Η αφυδάτωση της κομματικής λειτουργίας, η απουσία οράματος και εφικτής στρατηγικής και η αποδυνάμωση της συλλογικής δράσης είναι  κύριοι γενεσιουργοί παράγοντες της κρίσης εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς το πολιτικό σύστημα, της αποχής, της ανόδου ακρο-δεξιών κομμάτων και της ολοένα και περισσότερο καθεστωτικής, αυταρχικής και αντιδημοκρατικής λειτουργίας των Κυβερνήσεων.

Ποιός είναι επομένως ο επιθυμητός ρόλος του κόμματος, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, και ποια η επιθυμητή συγκρότηση και λειτουργία του ώστε να αποτελέσει αποτελεσματικό φορέα δημοκρατικών και προοδευτικών αλλαγών για βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας των πολλών;

5.Επιθυμητός ρόλος και συγκρότηση του κόμματος

Το θέμα είχε απασχολήσει ήδη το ΠΑΣΟΚ απο το 1982, όπως μας θυμίζουν οι συγγραφείς (σελ. 45). Στην 9η Σύνοδο της ΚΕ (26/3/1982) αποφασίσθηκε οτι «το κόμμα εκφράζει και διεκδικεί το ιδεολογικά επιθυμητό, η κυβέρνηση όμως, ως εκφραστής όλου του λαού υλοποιεί το κοινωνικά εφικτό».

 

Μια καίρια παρατήρηση των συγγραφέων (σελ. 52) είναι οτι το «ιδεολογικά επιθυμητό» αλλά και τα κοινωνικά αιτήματα αλλάζουν όταν επέρχονται αλλαγές στην οικονομική και κοινωνικής κατάσταση μελών, στελεχών και ψηφοφόρων. Όταν αυτή βελτιώνεται, όπως συνέβη κατά την περίοδο του ΠΑΣΟΚ, στελέχη και ψηφοφόροι που προέρχοντο απο τα λαικά και μεσαία στρώματα τροποποίησαν σταδιακά τις προτεραιότητες των απαιτήσεων τους. Το αντίθετο συνέβη, μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2010 και καθόλη την διάρκεια της μεταμνημονιακής εποχής. Η απότομη χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου μιας μεγάλης πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού οδήγησε στην εκλογική καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ (ΠΑΣΟΚ, 4/10/2009, 43.92% στο 4,68% τον Ιανουάριο 2015), την αδρανοποίηση και αθρόα παραίτηση στελεχών και μελών από το κόμμα, την ένταξη ή πρόσδεση τους στο ΣΥΡΙΖΑ και την άνοδό του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, στη βάση ενός αριστερού, μη πολιτικά εφικτού, ριζοσπαστισμού.

Η αντίφαση αυτή μεταξύ του «τί είναι ιδεολογικά επιθυμητό» και «πολιτικά εφικτό», ιδιαίτερα σε εποχές οικονομικής δυσπραγίας και διεύρυνσης των ανισοτήτων, εξηγεί και την διάβρωση της αποδοχής και εμπιστοσύνης του κόσμου στον ΣΥΡΙΖΑ και την μείωση της εκλογικής του βάσης από 36.34% (149 έδρες) το 2015 στο 17,83% 47 έδρες το 2023.

Οι συγγραφείς αναφέρονται εκτενώς στις συζητήσεις και εντός του ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά το επιθυμητό μοντέλο κόμματος καθώς θεωρούν ότι η επιλογή του κατάλληλου μοντέλου αποτελεί καθοριστική επιλογή για τον αριστερό και προοδευτικό χώρο. (σελ. 151 ) Παραθέτουν τις πιθανές επιλογές:

Α) «το πυραμιδικό κόμμα όπως διαμορφώθηκε απο τον Λένιν και επικράτησε με οργανώσεις βάσης, ενδιάμεσα όργανα και Κεντρική Επιτροπή

Β) το «κόμμα δύο κύκλων» όπου υπάρχουν μέλη με πλήρη δικαιώματα και υποχρεώσεις και μέλη με περιορισμένα δικαιώματα και λιγότερες υποχρεώσεις,

Γ) το κόμμα, η δομή του οποίου προσομοιάζει με αντεστραμμένο κεφαλαίο Τ ή χταπόδι δηλ με ηγεσία, ολιγομελή στελεχιακή δομή και ασαφή και συνεχώς  διευρυνόμενη βάση.

Δ) το “ακτινωτό” κόμμα με ισχυρές οργανώσεις βάσης, κατάργηση ενδιάμεσων οργάνων και άμεση επικοινωνία με ηγετική ομάδα και

Ε) το  ψηφιακό κόμμα (Corbin/Sanders) όπου η διαβούλευση αλλά και οι ψηφοφορίες γίνονται διαδικτυακά.

Κάθε μοντέλο έχει πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Η άποψη μου όπως είναι οτι το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι το οργανωτικό μοντέλλο του κόμματος αλλά η αποστολή του. Καθοριστική επιλογή αποτελεί κατά τη γνώμη μου η δυνατότητα του να παράξει Πολιτική κινητοποιώντας την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τοπικούς, κοινωνικούς και πνευματικούς φορείς, την επιχειρηματική κοινότητα, συνδικαλιστικούς φορείς, συλλογικότητες κ.α.

Η παραγωγή Πολιτικής , πέρα από τον επιμορφωτικό της ρόλο, κινητοποιεί ανθρώπους που θέλουν να συνεισφέρουν, οδηγεί σε αναγκαίες συνθέσεις, εξασφαλίζει την συλλογικότητα, αμβλύνει εσωτερικές αντιπαλότητες και αποτελεί τη βάση για κοινωνικές συμμαχίες. Αν ένα κόμμα δεν παράγει πολιτική δεν έχει λόγο ύπαρξης.

Παραγωγή Πολιτικής σημαίνει και περιλαμβάνει:

-την ξεκάθαρη διατύπωση του ιδεολογικού προσανατολισμού του κόμματος όσον αφορά σύγχρονες εθνικές, οικονομικές, κοινωνικές  και πολιτισμικές  προκλήσεις,

-τον προσδιορισμό, μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων, εφικτών και μετρήσιμων στόχων,

– την επεξεργασία στρατηγικής και οδικού χάρτη για την επίτευξη των στόχων,

-επικέντρωση στις εφικτές εθνικές και περιφερειακές παρεμβάσεις που μπορούν να υλοποιηθούν άμεσα ή μεσοπρόθεσμα σε συνάρτηση με τον πολιτικό κύκλο και κατάρτιση αντίστοιχων επιχειρησιακών προγραμμάτων

-ανάλυση της κατανομής ωφελειών και κόστους κάθε παρέμβασης στους αποδέκτες και επί μέρους κοινωνικές ομάδες,

– ανάλυση των κινδύνων και των εμπλοκών που μπορεί να  προκύψουν,

-προβολή  των επιχειρησιακών προγραμμάτων και σύνδεση με το ιδεολογικό πρόταγμα

-επιλογή του οργανωτικού και κομματικού μοντέλου στη βάση της κύριας αποστολής του ως παραγωγού επιθυμητής και εφικτής πολιτικής.

Τόσο οι συγγραφείς όσο κι εγώ αγωνιζόμαστε εδώ και καιρό για τη συγκρότηση μιας κυβερνώσας προοδευτικής συμμαχίας που θα καταλήξει σε μια αξιόπιστη εκλογική συμπόρευση των δυνάμεων που ασπάζονται μια συμφωνημένη προοδευτική προγραμματική βάση διακυβέρνησης. Προυπόθεση γι αυτή την δυνατότητα είναι η έγκαιρη διαμόρφωση της προγραμματικής αυτής βάσης.

Μακάρι να αναλάβουν αυτή την πρωτοβουλία τα κόμματα με τις νέες ηγεσίες τους.

Ας θυμηθούμε την πρωτοβουλία των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών στο Ευρωκοινοβούλιο που ένωσαν το 2019 τις δυνάμεις των σοσιαλιστών, της Αριστεράς, των οικολόγων γύρω απο τη σύνταξη ενός κοινού προγράμματος για την Ευρώπη με τη βοήθεια μιας ανεξάρτητης επιτροπής στην οποία είχα την τιμή να προεδρεύω μαζί με τον πρώην Πρωθυπουργό της Δανίας, Poul Rasmussen. Η Εκθεση με τίτλο «Ευημερία και Ισότητα σε μια Βιώσιμη Ευρώπη»( Εκδ .Λιβάνη, 2020) αποτέλεσε βάση για κοινές πολιτικές πρωτοβουλίες στο πλαίσιο των εργασιών του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου που στέφθηκαν με επιτυχία.

Η προσπάθεια πρέπει να ξεκινήσει άμεσα. Ο χρόνος τρέχει… Πρότεινα επομένως να ξεκινήσει η δουλειά απο κάτω με τη βοήθεια των ανεξάρτητων Ινστιτούτων που ενεργοποιούνται στον προοδευτικό χώρο. Τα Ινστιτούτα έχουν τη δυνατότητα να συντονίσουν το εγχείρημα, σε στενή συνεργασία με όσα κόμματα θέλουν να συμμετέχουν και όσους περισσότερους φορείς και συλλογικότητες μπορούν να κινητοποιήσουν.

Το βιβλίο αυτό αποτελεί μεγάλο βοήθημα σ’ αυτό το τολμηρό αλλά εφικτό και κυρίως αναγκαίο εγχείρημα.

Αντώνη και Χάρη ευχαριστούμε.